Skip to content Skip to sidebar Skip to footer

Συμβουλευτική ψυχολογία

Η

συμβουλευτική είναι μια διαδικασία αλληλοεπικοινωνίας που σκοπός της είναι η παροχή βοήθειας σε ένα άτομο ή σε μια ομάδα ατόμων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες και προβλήματα που δεν μπορούν να διαχειριστούν μόνοι τους. Προσπαθεί να δημιουργήσει έναν ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στη θεωρία και την πραγματικότητα του συμμετέχοντα όπου ο εμψυχωτής (Σύμβουλος) ως συνοδός και ο συμμετέχων ως συνοδευόμενος, κινούμενοι σε αυτόν τον χώρο, ανακαλύπτουν, δημιουργούν, συν-κινούνται, διασκευάζουν στο εδώ και τώρα.

Είναι μια μέθοδος ψυχοθεραπείας, ακρόασης, υποστήριξης, και πρόληψης που μπορεί να είναι αποτελεσματική, αν ασκείται με γνώση και συνέπεια, σε ατομικό και οικογενειακό επίπεδο. Μπορεί να βοηθήσει άτομα ή και ομάδες σε θέματα αυτοανάπτυξης, αυτοσυνειδητοποίησης, και αυτογνωσίας, στην αποτελεσματική έκφραση κι επικοινωνία των συναισθημάτων, σκέψεων και βιωμάτων τους, στην εξυγίανση των σχέσεων τους με τους άλλους, στην εκπλήρωση των στόχων τους, στην λύση συγκεκριμένων προβλημάτων τους, καθώς και στην πρόληψη και θεραπεία συγκινησιακών κρίσεων κι εντάσεων ή ακόμη και στην ορθότερη αντιμετώπιση κοινωνικών ζητημάτων.

Η συμβουλευτική βασίζεται κυρίως στις θεωρίες προσωπικότητας. Η κυριότερη ίσως θεωρία από την οποία έχει επηρεαστεί είναι η προσωποκεντρική θεωρία του Carl Rogers, ο οποίος θεωρείται από πολλούς ως ο «πατέρας» της συμβουλευτικής. Όλες αυτές οι θεωρίες έχουν ως στόχο να βοηθήσουν τον άνθρωπο στην αντιμετώπιση των δυσκολιών του. Ο Rogers θεωρούσε ότι κεντρική θέση στην ανθρώπινη εξέλιξη κατέχει η ανάγκη για αυτοπραγμάτωση. Αυτή η ανάγκη που υπάρχει σε κάθε άτομο, αποτελεί το κίνητρο για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, και όταν αυτή παρεμποδίζεται, δημιουργούνται προβλήματα στην ψυχική υγεία, καθώς καταπιέζεται η ίδια η εσωτερική φύση του ανθρώπου.

Ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα να μεταβάλει και να τροποποιεί την αυτοεικόνα του. Ο άνθρωπος αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο όπου νόηση, συναισθήματα, βιώματα καθώς και οι φυσικές διεργασίες του οργανισμού αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, αλλά και με τον υπόλοιπο κόσμο. Ο εαυτός βρίσκεται σε μια συνεχή διεργασία αλλαγής και ανάπτυξης, σε συνάρτηση και με τις επιδράσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος, παράλληλα όμως διαθέτει συνεκτικότητα, δίνοντας την αίσθηση της συνέχειας στα βιώματα και τις εμπειρίες μας. Ο ιδανικός εαυτός συμβολίζει αυτό που θέλουμε να γίνουμε.

Όταν ο άνθρωπος δέχεται ως πιο σημαντικούς τους όρους αξίας των άλλων, είναι εκτεθειμένος στις πολλαπλές αξιώσεις τους, στα «πρέπει» που επιδιώκει να ικανοποιήσει για να γίνει αρεστός, επηρεάζεται από τους όρους αξίας που έχει ενδοβάλει, καταπιέζει την εσωτερική του φύση. Έτσι, όταν έχουμε συσσωρεύσει αρνητικές εμπειρίες μέσα από τις σχέσεις μας με τους σημαντικούς άλλους, ειδικά στην παιδική ηλικία ή όταν μας έπεισαν να ενδοβάλουμε τους όρους τους για να γίνουμε αποδεκτοί, όρους όμως που μπορεί να αντιφάσκουν με τα δικά μας θέλω, τότε δημιουργούνται προβλήματα στο ψυχισμό, μειώνεται η αυτοεκτίμηση μας. Κάθε άνθρωπος έχει μία άποψη για το ποιος είναι, την αυτοεικόνα του, και μια αίσθηση του πως θα ήθελε να είναι (ο ιδανικός εαυτός). Στόχος του Συμβούλου είναι να ανακαλύψει στο άτομο το δυναμικό που διαθέτει ώστε να κινηθεί προς τον ιδανικό του εαυτό, με αποτέλεσμα να γίνει ένα πλήρως λειτουργικό πρόσωπο, καθώς θα αποδεχθεί τα συναισθήματα του, θα τα βιώσει, αποκτώντας αυτογνωσία που θα του επιτρέψει να βρεθεί σε συμφωνία με τα βιώματά του.

Έννοιες όπως η αγάπη, η ελευθερία, το νόημα της ζωής, το γίγνεσθαι, η αυτονομία, η υπερβατική εμπειρία, η δημιουργικότητα, η υπέρβαση του εγώ και άλλες, βρίσκουν τη θέση τους στο πλαίσιο της συμβουλευτικής διαδικασίας.

Η Συμβουλευτική Ψυχολογία έχει θεραπευτικό χαρακτήρα, με την προϋπόθεση ότι θα ικανοποιούνται κάποιες βασικές συνθήκες. Αυτές είναι, η γνησιότητα, αυθεντικότητα, εσωτερική συμφωνία και παρουσία του συμβούλου. Η χωρίς όρους αποδοχή του πελάτη από τον σύμβουλο. Η ενσυναίσθηση και η κατανόηση από την πλευρά του συμβούλου. Ο σύμβουλος δεν ερμηνεύει, αλλά διευκολύνει, επικεντρωμένος στο «εδώ και τώρα», τις εσωτερικές διεργασίες του πελάτη του, χτίζοντας μια σχέση εμπιστοσύνης, που ευνοεί την ανάδυση σκέψεων, συναισθημάτων που καταπιέζονταν.

Όμως σύμφωνα με την Συνθετική Ψυχοθεραπεία, καμία μεμονωμένη σχολή και μορφή ψυχοθεραπευτικής πρακτικής δεν μπορεί να είναι απολύτως αποτελεσματική, ούτε να ικανοποιεί επαρκώς τα αιτήματα όλων των ατόμων ή των συστημάτων που ζητούν βοήθεια από την συμβουλευτική/ψυχοθεραπεία. Γι’ αυτόν τον λόγο, η συνθετική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην εξατομίκευση της θεραπευτικής πρακτικής σύμφωνα με τα αιτήματα και τις προσωπικές ανάγκες κάθε ανθρώπου που ζητά βοήθεια. Ο Σύμβουλος θέτει ως ύψιστη προτεραιότητα της δουλειάς του την διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος που «εμπεριέχει» και στηρίζει με σεβασμό και βαθιά αίσθηση ειλικρινούς αποδοχής τις ανάγκες και τα αιτήματα του συμβουλευόμενου.

Στόχος του Συμβούλου που ακολουθεί την Συνθετική Προσέγγιση είναι να ενσωματώσει με επιτυχία -τουλάχιστον δύο- διαφορετικές θεωρίες, μεθόδους & τεχνικές ψυχοθεραπείας, έτσι ώστε να διευρυνθεί η αίσθηση προσωπικού χώρου και η λειτουργικότητα του ανθρώπου που ζητά βοήθεια, τόσο σε ενδοψυχικό, όσο και σε διαπροσωπικό επίπεδο, πάντα με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες και τα προσωπικά όρια του κάθε ατόμου.

Η Συνθετική Ψυχοθεραπεία δίνει έμφαση στην ικανότητα του Συμβούλου για δέσμευση στη διαδικασία προσωπικής του ανάπτυξης και ψυχοθεραπείας, καθώς και στην επιστημονική του επιμόρφωση κι ωρίμανση στο χώρο της ψυχοθεραπευτικής γνώσης, μέσα από συνεχή επαγγελματική εκπαίδευση κι εποπτεία. Η επιλεκτική χρήση ή σύνθεση επιμέρους ψυχοθεραπευτικών πρακτικών και μεθόδων, ανά περίπτωση, βασίζεται πάντα στην επαρκή γνώση του προβλήματος του συμβουλευόμενου, την κλινική εμπειρία και διαίσθηση του επαγγελματία Συμβούλου/ψυχοθεραπευτή.